ηδυετής

ηδυετής
-ές (Α ἡδυεπής, δωρ. τ. ἁδυεπής, -ές, θηλ. ποιητ. τ. ἡδυέπεια)
αυτός ο οποίος μιλάει με γλυκό τρόπο, ο γλυκομίλητος
αρχ.
αυτός που ηχεί γλυκά, όμορφα, ο γλυκύφθογγος («ἡδυεπής λύρα», Πίνδ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ηδυ-* + -επης (< έπος), πρβλ. ευρησι-επής, καλλι-επής].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”